25 Νοε 2015

αν διαβάζεις αυτό μάλλον με ερωτεύτηκες κι εσύ

στα πλαίσια του αδύνατου
και στα σύνορα του ανούσιου,
περιπλάνιομαστε άκαμπτοι ή μαγκωμένοι
ξύπνησα αργά στα μπερδεμένα μου σεντόνια
και βρήκα τρίχες απ τα δικά σου μαλλιά,
ενώθηκαν τα γυμνά μου πόδια με το πάτωμα
τα μάγουλα σου ήταν κόκκινα
το πρόσωπο σου γινόταν προσωπικό 
όταν πλησίαζες το δέρμα μου
μία κλωστή μας χώρισε απ το αδύνατο
γίναμε μια μάζα ζεστή, 
εκπνέαμε αέρα και καπνό
από κάθε μπλεγμένη τομή μας.
κι ήσουν εσύ
κι ήμουν εγώ,
ανακατεύτηκα σε όνειρα μακρινά 
και αγγίγματα μιας ουτοπίας σκοτεινής
το σπίτι μου μύρισε καλοκαίρι
και ήθελα να κυλιστούμε στη γυμνή μας
ειλικρίνεια
μέχρι τη μέρα που ο χρόνος θα έχει 
μια καλύτερη θέση σε αυτόν τον κόσμο
τα σταθερά μέσα μου
ανακατεύονται σε χάος
κι οι ευθύνες μου λιώνουν
σε έναν ύπνο βαθύ και μαγικό.
κοίταζα το στόμα σου μισάνοιχτο
και το σώμα μου ξυπνούσε εκεί 
που δεν πεθαίνουν άδικα οι άνθρωποι.
δε σου είπα καληνύχτα
δε σου είπα καλημέρα,
είδα τα μάτια σου μαύρα
είδα τον κόσμο που με γέλασε μέσα τους
μια κλωστή μας χώρισε απ το αδύνατο, 

19 Νοε 2015

(αγχώσου)

σου λέω τι σκέφτομαι
με λόγια
παραλόγια, λένε οι φίλοι 
κι εγώ σε θυμάμαι
σαν μέθη ροζ
και σαν τραγούδια
να καταργείς συνθήκες και να παραμένεις


ζεστά


παράξενη ή παραξένοι
δε θυμάσαι και μεγαλώνουν τα μάτια σου,
γελάς
ο χρόνος ακόμη να ενωθεί 
κι εγώ σε ύπνο βαθύ
μια θάλασσα δρόμος ή μια αναπνοή

17 Νοε 2015

Εκει

ο χρόνος συνάντησης των δαχτύλων μου με το δέρμα σου
μειώθηκε                                                             ξαφνικά
και δοκίμαζα επαφές
για να πιστέψω στο χρόνο













η νύχτα περιγράφεται κι εγώ σε περιγράφω. σαν στάχτη έριξα τα περιβλήματα. γέμισα με φώτα απ' τον δρόμο μέχρι πάνω κι έτρεξα να ρθω. ένα χωράφι σκούρο πράσινο, ένα χωράφι σκούρο πράσινο. 
ζήτησα τα χέρια σας, για τον κόσμο που ήρθανε τα παιδιά μας.
άπλωσα τα βρώμικα χέρια μου, για τον κόσμο που ήρθανε τα παιδιά μας.
πόσα μαύρα μάτια τρεμοπαίζουν στη γη, πόσες πληγές γεμάτες σώματα. στην επόμενη στροφή της γης να χυθούν οι θάλασσες, τα ποτάμια, τα νερά, 
να στερέψει η γη, για να ζήσουν οι άνθρωποι.  

4 Νοε 2015

σ.





















η χωρική απόσταση ανάμεσα στα δύο σημεία α και β έμοιαζε με το απόλυτο μαύρο
και σιγά σιγά γέμιζε με αστρική σκόνη

κι εγώ φοβήθηκα να κατεβάσω τον καπνό 
μήπως και φυτρώσει μέσα μου το κενό του κόσμου. 

το απόλυτο μαύρο και εμείς, με έπιασα να σε κοιτάζω, με έπιασες να μετράω ασημένιες τελίτσες στο απόλυτο μαύρο μας κι εγώ φοβήθηκα να σε αγγίξω μήπως και φυτρώσει

μέσα μου

το κενό του κόσμου